Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ.





 Ὁ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ , μέγας ποιητής τοῦ Μεσοπολέμου,  δέν αύτοκτόνησε 
(21-7-1928) οὒτε λόγῳ κατάθλιψης, οὔτε ἐξ αἰτίας τῆς σύφιλης, οὔτε βεβαίως λόγῳ ἔρωτος μὲ τὴν Πολυδούρη*, ἀλλὰ ἐξαιτίας τῶν ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ διώξεων ποὺ ὑπέστη ,αὐτὸς καὶ ὁ πατέρας του ,ἀπὸ τοὺς ΒΕΝΙΖΕΛΙΚΟΥΣ.

Συγκεκριμένα, ὁ Μ.ΚΥΡΚΟΣ—πατέρας τοῦ μετἐπειτα γνωστοῦ ἡγέτη τῆς ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ Λεωνίδα Κύρκου—καὶ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ τὴν περίοδο 1926‒1928, κυνήγησε ἁπηνῶς τὸν ποιητή, ὑπάλληλο τοῦ Ὑπουργείου του,λόγῳ τῶν βασιλικῶν φρονημάτων τῆς οἰκογενείας του ἀλλὰ  καὶ ἐξαιτίας τῆς ΕΝΤΙΜΟΤΗΤΑΣ τοῦ ποιητῆ ,ὁ ὁποῖος, ὡς δημόσιος ὑπἀλληλος, ΑΡΝΗΘΗΚΕ ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΑΣΧΕΙ ΣΤΑ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ τῆς ἐποχῆς (ποὺ ἀφοροῦσαν στὴν περίθαλψη  τῶν Προσφὺγων τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς) καὶ  ΣΤΗΛΙΤΕΥΣΕ  ΤΗΝ ΔΙΑΦΘΟΡΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΠΡΟΝΟΙΑΣ μέ  ἀναφορές. 
Γιὰ τὴν δράση του αύτὴ ὁ ΚΥΡΚΟΣ τὸν κυνήγησε ἀπηνῶς καὶ παντοιοτρόπως καὶ μἐσῳ συνεχῶν "ἀποσπάσεων" {Πάτρα, Πρἐβεζα} ἐπεδίωξε ,εἴτε νὰ τοῦ κλείσει τὸ στόμα, εἴτε νὰ τὸν ὀδηγήσει σὲ παραίτηση (βλ. παρακάτω τὸ κείμενο τοῦ Καρυωτἀκη μὲ τίτλο "ΚΑΘΑΡΣΙΣ"). 
Ὁ Καρυωτάκης βεβαίως δὲν ὑπέκυψε στὶς ὑπουργικὲς πιέσεις καὶ ἦταν τόσον ΑΔΕΚΑΣΤΟΣ , ὥστε, ἂν καὶ ΑΝΕΝΤΑΧΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ο ΙΔΙΟΣ, ἐξελἐγη ἀπὸ τοὺς συναδέλφους του γενικὸς γραμματέας τοῦ Συνδικαλιστικοῦ ὀργάνου τῶν δημοσὶων ὑπαλλήλων Ἀθηνῶν. Ὡστόσο, στὸ τέλος ΑΠΗΥΔΗΣΜΕΝΟΣ  ἀπὸ τὸ κυνηγητὸ τοῦ Ὑπουργοῦ ΜΙΧ. ΚΥΡΚΟΥ ὁδηγήθηκε στὴν αὐτοκτονία...




(Ὁ Καρυωτάκης εἶχε σπουδάσει Νομική, ἀλλὰ ἀρνήθηκε νὰ τὸν συντηρεῖ  ἡ οἰκογένεια του στέλνοντας τον γιὰ συνέχιση τῶν σπουδῶν του στὸ Παρίσι, γι αὐτὸ καὶ εἶχε εἰσέλθει στὸ Δημόσιο. Ὅμως παραγκωνιζόταν συστηματικὰ στὶς προαγωγὲς ἀπό κυβερνητικούς "ἡμετἐρους" οἱ ὁποῖοι τὸν "ὑπερπηδοῦσαν" ἂν καὶ ἦταν  ἀπόφοιτοι γυμνασίου, ἐνῶ ὁ ἴδιος,.ἂν καὶ πτυχιοῦχος Νομικῆς ἔμενε "στάσιμος", ἐπειδὴ   ΔΕΝ  ἀνῆκε στοὺς βενιζελικούς)




Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ (21/7/1928)

Σύμφωνα μὲ ὅσα γνωρίζουμε σήμερα, ὁ Καρυωτάκης  πρὶν αύτοκτονήσει πῆγε στὸ  παραλιακὸ καφενεῖο «Ὁ Οὐράνιος Κῆπος» στὴ θέση Βρυσούλα, ὅπου παρήγγειλε καὶ ἤπιε μιὰ βυσσινάδα, ἀφὴνοντας ἕνα  πολὺ μεγάλο φιλοδώρημα 75 δρχ.  Ἐκεῖ ἔγραψε  τὸ τελευταῖο του σημείωμα ποὺ βρἐθηκε στὴν τσέπη του.
Τὴν  προηγουμένη ἡμέρα τῆς αὐτοκτονίας, εἶχε προσπαθήσει ἀποτυχημένα νὰ πνιγεῖ**  καὶ κατόπιν ἀγόρασε ἕνα πιστόλι τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν μπόρεσε νά χρησιμοποιήσει γιατὶ  ξέχασε (ἢ δὲν ἤξερε)  νὰ ἀπασφαλίσει. Μάλιστα τὸ ἐπέστρεψε στὸν ὁπλοπὼλη λέγοντας του ὅτι εἶχε βλάβη...
 (Τὸ πιστόλι αὐτό, τύπου Pieper Bayard 9mm,  ἐκτίθεται, ἀπὸ τὸ 2003,  μαζὶ μέ τὸ τελευταῖο του σημείωμα  στο Μουσείο Μπενάκη )







  Ἐν τἐλει στὶς 21 Ἰουλίου 1928, στὶς  4.30 μ.μ., καὶ σὲ ἡλικία μόλις 32 ἐτῶν, ὁ Κ. Καρυωτάκης περπάτησε ἀπὸ τὸ προαναφερθὲν  καφενεῖο  τῆς Βρυσούλας πρὸς τὴ θέση «Βαθύ» τῆς Μαργαρώνας, μιὰν  ἀπόσταση περίπου 400 μέτρων καὶ κάτω ἀπο ἕναν εὐκάλυπτο  αὐτοπυροβολήθηκε  στὴν καρδιά. 

Ἡ φωτογραφία τοῦ νεκροῦ ποὺ ἔχουμε τρσβήχτηκε ἁπὸ τὴν Χωροφυλακὴ ποὺ εἰδοποιήθηκε γιὰ τὸ συμβάν..

  Σήμερα μιὰ πινακίδα ποὺ τοποθετήθηκε στὸ σημεῖο τῆς αὐτοκτονίας, τὸ 1970,   γράφει: 
«Ἐδῶ, στὶς 21 Ιουλίου 1928, βρῆκε τὴ γαλήνη μὲ μιὰ σφαῖρα στὴν καρδιὰ ὁ ποιητής Κώστας Καρυωτάκης».





_________
*Ἡ Πολυδούρη τὸν λάτρεψε καὶ  τοῦ ζήτησε γάμο παρόλο ποὺ γνώριζε ὅτι ἔπασχε ἀπὸ σύφιλη, ἐνῶ αύτὸς τῆς ἀρνήθηκε .
.ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΘΕΤΟΥ ΛΕΓΟΜΕΝΑ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΛΑΪΚΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ  πού προσπαθοῦν νὰ ἀποκρὺψουν τὴν ἀλήθεια..



** τὴν ἀποτυχημένη προσπάθεια του νά πνιγεῖ σατιρίζει στὸ ὑστερόγραφο τοῦ τελευταίου του σημειώματος του ὁ Καρυωτάκης ὡς ἑξῆς·
<Συμβουλεύω ὁσους ξέρουν κολύμπι νὰ μὴν ἐπιχειρήσουν νὰ αὐτοκτονήσουν διὰ θαλάσσης. 
Ὁλη νύχτα ἀπόψε, ἐπί δέκα ὥρες, ἐδερνόμουν μὲ 
τὰ κύματα. Ἤπια ἄφθονο νερό, ἀλλὰ κάθε τόσο, χωρὶς νὰ καταλάβω πῶς, τὸ στόμα μου ἀνέβαινε στὴν ἐπιφάνεια. Ὡρισμένως, κάποτε, ὅταν μοῦ δοθεῖ εὐκαιρία, θὰ γράψω τὶς ἐντυπώσεις ἑνός πνιγομένου>









ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ






Κ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ , ΚΑΘΑΡΣΙΣ

<Βέβαια. Ἔπρεπε νὰ σκύψω μπροστὰ στὸν ἕνα καί, χαϊδεύοντας ἡδονικὰ τὸ μαῦρο σεβιότ- πάφ, πάφ, πάφ, πάφ -, «ἔχετε λίγη σκόνη» νὰ εἴπω «κύριε Ἄλφα». Ὕστερα ἔπρεπε νὰ περιμένω στὴ γωνιά, κι ὅταν ἀντίκριζα τὴν κοιλιὰ τοῦ ἄλλου, ἀφοῦ θἄ 'χα ἐπὶ τόσα χρόνια παρακολουθήσει τὰ αἰσθήματα καὶ τὸ σφυγμό της, νὰ σκύψω ἄλλη μιὰ φορὰ καὶ νὰ ψιθυρίσω ἐμπιστευτικά: 
«Ἄχ, αὐτὸς ὁ Ἄλφα, κύριε Βῆτα...»
 Ἔπρεπε πίσω ἀπὸ τὰ γυαλιὰ τοῦ Γάμμα, νὰ καραδοκῶ τὴν ἱλαρὴ ματιά του. Ἄν μοῦ τὴν ἐχάριζε, νὰ ξεδιπλώσω τὸ καλύτερο χαμόγελό μου καὶ νὰ τὴ δεχθῶ ὅπως σὲ μανδύα ἱππότου ἕνα βασιλικὸ βρέφος. Ἂν ὅμως ἀργοῦσε, νὰ σκύψω γιὰ τρίτη φορὰ γεμᾶτος συντριβὴ καὶ ν' ἀρθρώσω: «Δοῦλος σας, κύριε μου».
Ἀλλά πρῶτα πρῶτα ἔπρεπε νὰ μείνω στὴ σπεῖρα τοῦ Δέλτα. Ἐκεῖ ἡ ληστεία γινόταν ὑπὸ λαμπρούς, διεθνεῖς οἰωνούς, μέσα σὲ πολυτελῆ γραφεῖα. Στὴν ἀρχὴ δεν θὰ ὑπῆρχα. Κρυμμένος πίσω ἀπὸ τὸν κοντόπαχο τμηματάρχη μου, θὰ ὀσφραινόμουν. Θὰ εἶχα τρόπους λεπτούς, ἀέρινους. Θὰ ἐμάθαινα τὴ συνθηματική τους γλῶσσα. Ἡ ψαῦσις τοῦ ἀριστεροῦ μέρους τῆς χωρίστρας θὰ ἐσήμαινε: «πεντακόσιες χιλιάδες».    Ἕνα ἐπίμονο τίναγμα τῆς στάχτης τοῦ πούρου θὰ ἔλεγε: «σύμφωνος». Θὰ ἐκέρδιζα τὴν ἐμπιστοσύνη ὅλων. Καί, μιὰ μέρα, ἀκουμπῶντας στὸ κρύσταλλο τοῦ τραπεζιοῦ μου, θὰ ἔγραφα ἐγὼ τὴν ἀπάντηση: «Ὁ αὐτόνομος ὀργανισμός μας, κύριε Εἰσαγγελεῦ...»
  Ἐπρεπε νὰ σκύψω, νὰ σκύψω, νὰ σκύψω. Τόσο ποὺ ἡ μύτη μου νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὴ φτέρνα μου.     Ἐτσι βολικὰ κουλουριασμένος, νὰ κυλῶ 
καὶ νὰ φθάσω.
Κανάγιες!
Τὸ ψωμί τῆς ἐξορίας μὲ τρέφει. Κουροῦνες χτυποῦν τὰ τζάμια τῆς κάμαρας μου. Καὶ σὲ βασανισμένα στήθη χωρικῶν βλέπω νὰ δυναμώνει ἡ πνοὴ ποὺ θὰ σᾶς σαρώσει.
Σήμερα ἐπῆρα τὰ κλειδιὰ κι ἀνέβηκα στὸ ἑνετικὸ φρούριο. Ἐπέρασα τρεῖς πόρτες, τρία πανύψηλα, κιτρινωπὰ τείχη, μὲ ριγμένες ἐπάλξεις. Ὅταν βρέθηκα μέσα στὸν ἐσωτερικό, τρίτο κύκλο, ἔχασα τα ίχνη σας. Κοιτάζοντας ἀπὸ τὶς πολεμίστριες, χαμηλά, τὴ θάλασσα, τὴν πεδιάδα, τὰ βουνά, ἔνιωθα τὸν ἑαυτό μου ἀσφαλῆ. Ἐμπῆκα σ' ἐρειπωμένους στρατῶνες, σὲ κρύπτες ὅπου εἶχαν φυτρώσει συκιὲς καὶ ροδιές. Ἐφώναζα στὴν ἐρημία. Ἐπερπάτησα ὁλόκληρες ὧρες σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Ἀγκάθια κι ἀέρας δυνατὸς κολλοῦσαν στὰ ροῦχα μου. 
Μὲ ἦβρε ἡ νύχτα...>


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Χαῖρε Κωνσταντῖνε, τελευταῖε Βασιλέα τῶν Ἑλλήνων!

Δὲν ἦταν μόνον ὁ Ἀλάριχος : Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΕΓΙΝΕ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ.

Τὸ κρεββάτι τοῦ Τιμάρχου: Η ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ.