Ἡ προἐλευση τοῦ μύθου τῆς ΛΙΛΙΘ, τῆς πρώτης γυναίκας τοῦ Ἀδάμ.
Λίλιθ ( Εβραϊκά : לִילִית ) ὀνομάζεται στὴν μεσαιωνικὴ ἰουδαϊκὴ παράδοση ἡ ΠΡΩΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΑΔΑΜ , ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΥΑ. Στὴν Βίβλο τὸ μόνο σημεῖο ποὺ ἀναφέρεται ἡ ΛΙΛΙΘ εἶναι τὸ ἐδάφιο τοῦ ΗΣΑΪΑ 34,14 (ποὺ περιγράφει τὴν καταστροφὴ τῆς Ἐδώμ) στὸ ΕΒΡΑΪΚΟ (μασωριτικό) πρωτότυπο, διότι ἡ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ Ο' ἀναφέρει τὴν λέξη < ὀνοκένταυρος> ἀντὶ τοῦ "λιλίθ" { ἡ λατινικὴ Vulgata μεταφρἀζει μὲ τὴν λεξη : lámia}. Γράφει λοιπόν, τὸ ἑβραϊκὸ πρωτότυπο τοῦ ΗΣΑΪΑ {34,24}: ,וּפָגְשׁוּ צִיִּים אֶת-אִיִּים, וְשָׂעִיר עַל-רֵעֵהוּ יִים; אַךְ-שָׁם הִרְגִּיעָה לִּילִית , וּמָצְאָה לָהּ מָנוֹח <ΜΕΤ : ἐκεῖ θὰ συναντιοῦνται οἱ ἀγριόγατες μὲ τὶς ὕαινες, καὶ θὰ φωνάζουν οἱ τραγόμορφοι δαίμονες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἐκεῖ θὰ κατοικεῖ ἡ Λιλίθ, ἐκεῖ θὰ βρίσκει τόπο γιὰ ν' ἀναπαύεται> Ἐνῶ οἱ Ο' μεταφράζουν τὸ ἴδιο ἐδάφιο ὡς ἑξῆς: <καὶ συναντήσουσι δαιμόνια ὀνοκενταύροις καὶ βοήσονται ἕτερος πρὸς τὸν ἕτερον· ἐκεῖ ἀναπαύσονται ὀνοκεύνταυροι, εὗρον γὰρ αὐτοῖς ἀνάπαυσιν.>