ΠΑΘΗ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ ( πῶς προῆλθαν τὸ θηλυκό "οὖσα" καὶ ἡ δοτικὴ "οὖσι" τῆς μετοχῆς τοῦ "εἰμί" : ὤν, οὖσα, ὄν))
Τό <οὖσα> προῆλθε ἀπὸ τό < ὄντ-ja =ὄνσα = οὖσα> ὡς ἑξῆς:
τὸ ἡμίφωνο -j συγχωνεύτηκε πρῶτα μὲ τό ὀδοντικό‒τ σέ ‒σ , κατόπιν τό ‒ν ἀποβλήθηκε πρὸ τοῦ ‒σ μέ ταυτόχρονη ἔκταση
τοῦ βραχέος ‒ο σέ μακρό ‒ου.
Παρομοἰως ἡ δοτικὴ πληθ. τοῦ ἀρσενικοῦ <οὖσι> προῆλθε ἐκ τοῦ <ὄντ-σι> ὡς ἑξῆς :
τό σύμπλεγμα ‒ντ πρὸ τοῦ ‒σ ἀποβλήθηκε
μέ ταυτόχρονη ἔκταση τοῦ βραχέος ‒ο
σὲ μακρό‒ου {=ἀντἐκταση}